Ιστορίες της Koula Shaker

45. Η Προδοσία

Θυμάσαι παλιά που ξενυχτούσαμε ως τις 5 το πρωί, γυρνούσαμε σπίτι για χαμόμηλο επειδή είχε κλείσει ο λαιμός μας να τραγουδάμε τα “Θαλασσόξυλα” του Χρήστου Πάζη, κοιμόμασταν 3 ώρες και μετά πηγαίναμε στη Σχολή σαν να μην τρέχει τίποτα; Εγώ, πάντως, δεν το ξεχνάω, ποτέ δε θα το ξεχάσω, όχι μόνο γιατί τα “Θαλασσόξυλα” ήταν μεγάλο σουξέ στα early 00s, αλλά επειδή εγώ η ίδια ήμουν μεγάλο σουξέ την ίδια περίοδο. Δεν κουραζόμουν με τίποτα, άντεχα την ταλαιπωρία, τα ξενύχτια, τα βάρβαρα βαρετά μαθήματα της Σχολής, γενικώς ‘βαστούσα γερά’. Όση ώρα γράφω αυτές τις γραμμές φυσικά και χασμουριέμαι, είναι 4 παρά (το μεσημέρι, προφανώς), έχω δει δυο επεισόδια The Golden Girls και θα έπεφτα για μια σιέστα, αλλά θυμήθηκα πως έχω κι ένα μπλογκ να θρέψω. Ναι, πονάνε και τα πόδια μου, κι ας κοιμήθηκα 10ωρο.

 

Μετά το αποτυχημένο ωάριο της Μένης (από το μαλακισμένη), δηλαδή της αριστερής ωοθήκη, και μετά από μια βδομάδα καθυστέρηση, επειδή μπήκα στη θάλασσα για τρία (3) λεπτά – και μη φανταστείτε πως βούτηξα στην Ισλανδία, στην Χαλκίδα βούτηξα, μού ήρθε η περίοδος και ξεκίνησα τα πέρα δώθε στην κλινική, όπου έχει συμβεί το εξής: Όποιος σκούπισε την τελευταία φορά κάτω από τις ζαρντινιέρες, τις έσπρωξε πάρα πολύ πίσω και δε χωράει να φορτίζω το λάπτοπ για να δουλεύω όσο περιμένω. Τέλος πάντων, θα βρω μια λύση γι’ αυτό, το θέμα μας δεν είναι (μόνο) η ζαρντινιέρα και η έλλειψη ενέργειας (με διπλό νόημα αυτό), αλλά το γεγονός ότι, χωρίς να θεωρώ γενικά στη ζωή δεδομένο το οτιδήποτε, ήλπιζα πως μια πρίζα θα την είχα να μπορώ να ανοίξω ένα εξέλ τις ημέρες που είμαι πάρα πολύ μπίζι. Επειδή ξέρω ότι έχετε τεράστια αγωνία γι’ αυτό το θέμα, βρήκα τελικά μια πρίζα, δίπλα από τη γραμματεία, αφού βέβαια σήκωσα τις μισές γυναίκες που περίμεναν (και 2-3 συζύγους/ συντρόφους) για να δοκιμάσω όλες τις υπόλοιπες πρίζες που μέχρι εκείνη την ημέρα είχαν προσβασιμότητα. Τελικά έκατσα στη γωνία πάνω από τη ζαρντινιέρα, για να φτάνει το καλώδιο στη γραμματεία και δεν ξανασήκωσα κεφάλι διότι οι δόλιες οι συν-ασθενείς είχαν τον καημό τους, είχαν κι εμένα να παίζω μουσικές καρέκλες αξημέρωτα.

 

Αυτή τη φορά το ωάριο φαινόταν ok. Δηλαδή δεν φαινόταν απλά ok, την ημέρα της ωοληψίας ο υπέρηχος έδειξε ένα μαύρο, τέλειο, ολοστρόγγυλο πράγμα, σαν γκοθ μπαλάκι του πινγκ πονγκ, έτοιμο να κατέβει εκεί που πρέπει, να το πάρει αυτός που πρέπει και να το βάλει εκεί όπου πρέπει. Ως τότε δεν είχα τίποτα ιδιαίτερο στην περίοδο, αν εξαιρέσεις λίγο πόνο παραπάνω από ό,τι συνήθως. Εξάλλου, όσο περνάει ο καιρός, τόσο μαθαίνεις να χαλαρώνεις με τη διαδικασία, που πλέον είναι γνώριμη, ενώ παράλληλα σκέφτεσαι ότι έχεις κάποιες “σταθερές”, όπως π.χ. είχε ο Desmond σε εκείνο το επεισόδιο του Lost. Είπα Lost και θυμήθηκα, το ωάριο συλλέχθηκε, αλλά στη συνέχεια εχάθη, τουτέστιν δεν γονιμοποιήθηκε, παρότι αυτή τη φορά κατέβαινε από την καλή ωοθήκη, τη δεξιά. Τη δεξιά. ΤΗ ΔΕΞΙΑ.

 

 

ΤΗ ΔΕΞΙΑΑΑΑΑΑ. Δηλαδή έχεις κάποιες σταθερές στη ζωή σου, ότι π.χ. κάθε Τετάρτη τρώτε φασολάκια σπίτι, τα μπιφτέκια κοτόπουλο τα ψωνίζετε από συγκεκριμένο χασάπη της γειτονιάς, που έχει περάσει όλα τα crash test, το Σάββατο το πρωί βάζετε δυο πλυντήρια, ένα σκούρα, ένα χρωματιστά, και κάθε δεύτερο μήνα ένα ρημάδι ωάριο από τα λίγα που έχουν απομείνει κατεβαίνει εκεί που πρέπει,  δε σκάει σαν καρπούζι από τον τρίτο όροφο και επιβιώνει για να γονιμοποιηθεί και να δώσει 4-6-8 κύτταρα, όσα δεήσει τέλος πάντων.

 

Θα μου πείτε, κούκλα μου κι εσύ, άραξε, ένα χρόνο νταν κάνεις τη διαδικασία, έχεις καταφέρει να πας 7-8 φορές για ωοληψία, διότι τους τρεις μήνες είχες κύστες που έκανες αμάν για να φύγουν, και συνολικά έχεις 4 έμβρυα κατεψυγμένα, τι άλλο θες; Ναι, δεν το θέλω εγώ ακριβώς, όσο περνούν οι μήνες, τόσο τα ωάριά μου “τα παίζουν” και για να είμαστε safe πρέπει να έχουμε 6 για να κάνουμε 3 προσπάθειες εμβρυομεταφοράς επί δυο έμβρυα τη φορά. Άσε που και κατεψυγμένα που τα έχω, δεν ξέρω τι θα γίνει στο ξεπάγωμα, παίζει όσα είναι μέτριας ποιότητας να μην την βγάλουν καθαρή, δεν είμαι και μέσα στον καταψύκτη να ξέρω τι γίνεται.

 

 

Το να είσαι γενικά μετρημένος στη ζωή και να μην ενθουσιάζεσαι εύκολα εμένα με βολεύει πολύ: δε σου αφήνει πολλά περιθώρια απογοήτευσης. Αν δεν γίνει αυτό που θες, έχει κακώς, αλλά το περίμενες ότι δε θα γινόταν. Αν πάλι γίνει, θα εκπλαγείς ευχάριστα, κ.ο.κ., τα έχουμε ξαναπεί, όπως και να έχει όμως, αν σου συμβεί ένα ευχάριστο και είσαι σαν εμένα, αμέσως θα σκεφτείς, χωρίς να χάσεις τη χαρά σου γι’ αυτό, πως στο άμεσο μέλλον το σύμπαν θα σου ρίξει ένα, συμβολικό έστω, κλωτσίδι σε κάποιο τομέα της ζωής, έτσι, για να θυμάσαι ποιος είναι αυτός που κάνει κουμάντο.

 

Τουλάχιστον την ημέρα της ωοληψίας περάσαμε πολύ όμορφα στην αίθουσα αναμονής, γιατί πιάσαμε την κουβέντα, λέγαμε αστεία, λέγαμε σοβαρά, γενικώς μιλούσαμε, τα βγάζαμε από μέσα μας, κι αυτό είναι πάντα καλό. Μετά μπήκαμε όλες χειρουργείο για να βγάλουμε λίτεραλι αυτό/ά που είχαμε μέσα μας, στην αρχή υπήρχε ένα θέμα με τις φλέβες μου – ενδεχομένως από το πολύ τρύπημα να έχουν καταστραφεί; – τελικά αυτό το παπαράκι (όποιος γνωρίζει την ιατρική λίνγκο να με βοηθήσει να διορθώσουμε τη λέξη) δεν έμπαινε πουθενά, παρά μόνο στην πάνω πλευρά του χεριού μου – όχι, ούτε αυτό με ανατρίχιασε/ ενόχλησε. Ξύπνησα πάρα πολύ γρήγορα από τη μέθη, αλλά δε με άφηναν να φύγω διότι είχα μικρή πίεση 5 και μεγάλη 9, οπότε έπρεπε να κάνω έναν ορό ακόμα μπας και ανέβαινε λίγο. Το είπα βέβαια στη νοσηλεύτρια, “κοιτάξτε, εγώ οριακά είμαι ζωντανή πάντοτε, έχω ανέκαθεν υπόταση, μην αγχώνεστε, μπορώ να περπατήσω”, αλλά εκτελούσε εντολές γιατρού, οπότε περίμενα λίγο ακόμα, με αποτέλεσμα να ανέβει η μεγάλη πίεση στο 9,5 και η μικρή να πέσει στο 4,5. Περπατήσαμε πάνω κάτω το διάδρομο της ανάνηψης – εκεί συνειδητοποίησα ότι έχω πάρει ίδια κουρτινόξυλα για το σπίτι, αμέιζινγκ, έκανα το σπίτι κλινική χωρίς να το ξέρω – είδε η δόλια η γυναίκα ότι δεν κατέρρευσα και αφού της ορκίστηκα πως έχω μπισκότα πάνω μου (διότι φυσικά είχα, καμιά χτεσινή είμαι;), πήγα να βγάλω τη ρόμπα, να ντυθώ και να φύγουμε από τον όροφο. Εντωμεταξύ τι κακό κι αυτό στην αναμονή με τις μάσκες και τα σκουφιά, μιλάμε δέκα ώρες και μετά όταν βγούμε με το μαλλί λυτό δεν αναγνωριζόμαστε.

 

 

 

Γύρισα σπίτι, κοιμήθηκα αμέσως – τελικά αυτό πρέπει να κάνεις μετά τη μέθη, ανεξάρτητα από το αν νυστάζεις ή όχι – ξύπνησα, ΚΑΤΑΠΙΑ μια μερίδα μακαρόνια με κιμά και μπήκα σε ένα ονλάιν μίτινγκ, αφού βεβαιώθηκα ότι μιλούσα κανονικά και όχι με χρονοκαθυστέρηση. Ήμουν ok. Ήταν η τελευταία ωοληψία για το καλοκαίρι, διότι η κλινική κλείνει, κάπως πρέπει κι αυτοί οι άνθρωποι να ξεκουραστούν. Μού έδωσα άδεια, δηλαδή, για τον επόμενο μήνα τουλάχιστον, χωρίς βέβαια να ξέρω ότι το ίδιο είχε κάνει παράλληλα με μένα και η καλή μου ωοθήκη.

 

Το επόμενο πρωί, η κοπέλα που με πήρε τηλέφωνο με ρώτησε τρεις φορές αν είμαι καλά πριν μου πει τα νέα, οπότε ήδη από τη δεύτερη είχα καταλάβει ότι το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που θα θέλαμε. Δεν είχε βοηθήσει ούτε το κλομιφέν που είχα πάρει (τελικά μπορείς να τα πάρεις παραπάνω από τρεις φορές, έχουν αλλάξει τα δεδομένα της έρευνας). Θα μου πεις, ποιο κλομιφέν μωρή, ο οργανισμός σου ο ίδιος δεν είχε βοηθήσει, σε είχε προδώσει το ίδιο σου το σώμα. Κι όχι τίποτα άλλο, ένα μήνα δεν έπινες, πρόσεχες τι έτρωγες, προσπαθούσες να μην αγχώνεσαι/ συγχύζεσαι, κι όλα αυτά για να μην επιβαρύνεις τον οργανισμό σου (εντωμεταξύ γιατί μού μιλάω σε β΄ ενικό δεν ξέρω, αλλά είναι το μικρότερο από τα προβλήματά μου αυτή τη στιγμή). Και το χειρότερο ποιο είναι, πως την πρώτη μέρα που σου έρχονται τα μαντάτα λες “πάει στα κομμάτια, δεν έκατσε, γουατέβερ”, τη δεύτερη όμως αρχίζεις να τσαντίζεσαι και να κυκλοφορείς μόνιμα με σηκωμένο φρύδι.

 

 

 

 

Γιατί αυτό είναι προδοσία. Και τσαντίζεσαι περισσότερο γιατί έπρεπε κάποια στιγμή να την περιμένεις. Διότι δεν είσαι πλέον 20 χρονών, διότι ξέρεις πως οι πιθανότητες να μείνεις έγκυος από αυτή τη διαδικασία είναι στο 40%, διότι πάντα – ή έτσι νόμιζες – είσαι προετοιμασμένη για το κακό σενάριο. Κι αυτή τη φορά δεν ήσουν. Κι όχι τίποτα άλλο, πού να τρέχεις τώρα να ακούς τα Θαλασσόξυλα, να θυμάσαι την περίοδο της ζωής σου όπου όλα ήταν ανέμελα, και να μη σκέφτεσαι ότι τελικά μπορεί και να μη γίνεις μάνα, μέσω εγκυμοσύνης τουλάχιστον, περνώντας αυτή την εμπειρία που τόσο θέλεις να ζήσεις. Ίσως πρέπει στον πίνακα με τον οποίο φωτογραφίζομαι να αρχίσω να γράφω “μπορεί και να μη γίνεις μάνα, μπορεί και να μη γίνεις μάνα, μπορεί και να μη γίνεις μάνα”, σαν τιμωρία του Bart Simpson στους τίτλους αρχής της σειράς. Ίσως όσο περνάει ο καιρός οι σταθερές να χάνονται. Ίσως και να είμαι πολύ κουρασμένη. Ίσως να έπρεπε να έχω κάνει εκείνη τη σιέστα τελικά.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *